Translate

Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2013

Ορέστης



Για το δυναμικό (!) μου comeback αποφάσισα να γράψω για τον Ορέστη.

Ο Ορέστης ήρθε στο σπίτι μας συνοδευόμενος από την (τότε) φοιτήτρια αδερφή μου. Ένα γκρι πατσαβουράκι με χαρακτήρα! Ήρθε (υποτίθεται) για να τον εκπαιδεύσει η μάνα μου (γνωστή γητευτής ζώων και παιδιών) και όπως ήταν φυσικό έμεινε για πάντα. Ένα γκρι πατσαβουράκι που με τον  φασαριόζικο χαρακτήρα του είχε έρθει να αναστατώσει τις ζωές μας αλλά κυρίως τη ζωή του φιλήσυχου, Γούντυ, του τότε 15χρονου σκύλου μας  που συνήθως περνούσε τη μέρα του ικετεύοντας χάδια και αγκαλιές (δεν είχε καμία αξιοπρέπεια ο τύπος). 

Ο Ορέστης δεν ήταν ένας συνηθισμένος σκύλος. Ήθελε χάδια ΜΟΝΟ όταν αυτός ήθελε και με την προϋπόθεση να μην ήθελες εσύ. Τον έβλεπες. Ερχόταν προς το μέρος σου. Ξεχνιόσουν και με γλυκό ύφος έλεγες "έλα" απλώνοντας τα χέρια σου για μια ζεστή αγκαλιά. Φρέναρε, σε κοιτούσε με απαξιωτικό ύφος και απομακρυνόταν απογοητευμένος. Πολλές φορές σε έφτανε σε σημείο να τον κυνηγήσεις αποφασισμένος για να τον χαϊδέψεις θέλει δεν θέλει (!!). Κατέληγες να έχεις χάσει 10 λεπτά από τη ζωή σου να προσπαθείς να τον ξετρυπώσεις με το καλό, το αδιάφορο, το κακό για να σε επιβραβεύσει με μια δαγκωνιά. Γενικά δάγκωνε, δεν θα πω ψέματα. Επίσης, δεν έτρωγε. Ναι ούτε αυτό μας το έκανε εύκολο. Μπορούσε να κρατήσει κροκέτα/χάπι/κρέας και μία ώρα στο στόμα του χωρίς να το καταπιεί. Γενικά δεν ήταν και το πιο γλυκό σκυλί του κόσμου. Για τους άλλους. Για μας ήταν ο Ορέστης. 

Πέρασαν 17 χρόνια (εφηβεία-φοιτητική ζωή-επιστροφή στο σπίτι) και μαζί χαρές, λύπες, σπάσιμο νεύρων (μιλάμε για τον πιο ξεροκέφαλο σκύλο του κόσμου!), γιορτές, διακοπές, χάδια, βόλτες, ξάπλες και ο Τούλης (χαϊδευτικό του που αργότερα κληρονόμησε ο γαμπρός μου για κάποιο λόγο) αποτελούσε μία σταθερά στο σπίτι, μία συνήθεια, κάποιος που αγαπάς και τον θεωρείς δεδομένο με άλλα λόγια έγινε...οικογένεια.

17 χρόνια που έληξαν τόσο μα τόσο δραματικά. Ξεκίνησε με μία από τις συνηθισμένες του κρίσεις ένα απόγευμα του Φεβρουαρίου. Στην αρχή ψυχραιμία. Και άλλη κρίση. Ψυχραιμία. Και άλλη. Και άλλη. Και άλλη. Ακολούθησε πανικός. Κτηνίατρος, φάρμακα, κρίση, ξενύχτι, κρίση, κλάμα (δικό μας, δικό του), κρίση. Ξημέρωσε. Κτηνίατρος πάλι, Άλλα φάρμακα. κρίση, κρίση, κρίση... Δυο μέρες μετά η απάντηση ήταν εκεί... ευθανασία. 

Παρασκευή πρωί μπαίνουμε στο κτηνιατρείο. Τον έχω αγκαλιά τυλιγμένο σε μία κουβερτούλα. Είναι μπερδεμένος και ανυπεράσπιστος. Το ίδιο και εμείς. Η ένεση γίνεται βιαστικά και ατσαλα στον χώρο αναμονής. Δεν μιλάει κανείς, ακούγονται μόνο αναφιλιτα. 1...2...3...τέλος.

Δυο χρόνια μετά, ακόμα δεν μπορώ να μιλήσω για αυτό χωρίς να δακρύσω. Το ίδιο και τώρα.

back to work
V

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου